- μετέχῃ
- μετέχωpartake ofpres subj mp 2nd sgμετέχωpartake ofpres ind mp 2nd sgμετέχωpartake ofpres subj act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μετέχη — μετά χάω imperf ind act 3rd sg (doric) μετά χάω imperf ind act 3rd sg (epic doric ionic aeolic) μετά χέω diffuse completely imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μετέχηι — μετέχῃ , μετέχω partake of pres subj mp 2nd sg μετέχῃ , μετέχω partake of pres ind mp 2nd sg μετέχῃ , μετέχω partake of pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συντεχνία — Εμπορική και βιοτεχνική ένωση του Μεσαίωνα, στην οποία ανήκαν όλοι όσοι ασκούσαν την ίδια οικονομική δραστηριότητα, με σκοπό την προάσπιση κοινών συμφερόντων. Οι σ. υπήρξαν ιδιαίτερα πολυάριθμες και ανθηρές μεταξύ 12ου και 14ου αι. Οι ρίζες των σ … Dictionary of Greek